Σάββατο, Φεβρουαρίου 23, 2013




Κωστής Παλαμάς  

 

"Η πολιτεία και η μοναξιά"  1912


Η Πολιτεία λωλάθηκε, κι απόπαιδα τα κάνει
το Νου, το Λόγο, την Καρδιά, τον Ψάλτη, τον Προφήτη·
κάθε σπαθί, κάθε φτερό, κάθε χλωρό στεφάνι,
στη λάσπη. Σταύλος ο ναός, μπουντρούμι και το σπίτι.

Από θαμπούς ντερβίσηδες και στέρφους μανταρίνους
κι από τους χαλκοπράσινους η Πολιτεία πατιέται.
Χαρά στους χασομέρηδες! Χαρά στους αρλεκίνους!
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.

Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.

Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
Και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι·
Λύκοι, κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
Κι οι χαροκόποι αδιάντροποι, και πόρνη η Ρωμιοσύνη!"





τάδε έφη
ο αγαπητός Παλαμάς...







Τετάρτη, Φεβρουαρίου 20, 2013




ως ολοκληρωμένα έργα τέχνης σε μικρογραφία !




Friedrich Hölderlin (1770 – 1843)


Brod und Wein

- μία ελεγεία, τρία σχεδιάσματα -


Μετάφραση Α. ΚΟΥΤΣΟΥΡΑΔΗΣ
Εκδ. εξάντας


«Τριγύρω ησυχάζει η πολίχνη. Γαληνεύει φωτισμένο το σοκάκι,
και, πυρσοστόλιστα, κατηφορίζουν και αχολογούν τ’ αμάξια.
Χορτάτοι απ’ της μέρας τη χαρά γυρίζουνε ν’ αναπαυθούν οι ανθρώποι,
Και με ικανοποίηση πολλή στο σπίτι ζυγίζει κέρδη και ζημιές
Του νοικοκύρη το κεφάλι. Από λουλούδια και σταφύλια αδειάζει , - στιχ. 5
Κι απ’ των χεριών τα έργα ησυχάζει η πολύπραγη αγορά.
Μα από τους κήπους μακριά τραγούδι έγχορδου ηχεί. Ίσως εκεί
Ερωτευμένο παίζει ή κάποιος άνδρας μοναχός αναπολεί
Τους φίλους του που μάκρυναν και τον καιρό της νιότης. Και οι πηγές
Αστείρευτες και δροσερές σ’ ευωδιαστά παρτέρια κελαρύζουν, - στίχ. 10
Γαλήνια στο μουχρωμένο αγέρα καμπάνες ηχηρές σημαίνουν
Και των ωρών τον αριθμό φροντίζοντας νυχτοσκοπός αγγέλλει.
Τώρα κι η αύρα έρχεται, αναταράζει τις κορφές στο άλσος,
Ιδού ! και το φεγγάρι, της γης μας ομοιόγραφο,
Έρχεται στα κρυφά κι ετούτο τώρα…» - στίχ. 15


Και



Γεώργιος Δροσίνης (1859 - 1951)


το φτάσιμο



θα βραδιάζη η μέρα όταν θα φτάνωμε
στου χωριού τ’ αποσκιωμένα αλώνια.
Θα φανούν λευκά τα χωριατόσπιτα
πίσω από των πεύκων τ’ ακροκλώνια.

Μακρινά θ’ ακούωνται αρνιών βελάσματα.
Βραδινή καμπάνα θα σημαίνη.
Στη βρυσούλα βόδια θα ποτίζωνται.
Θα καπνίζουν φούρνοι φλογισμένοι.

Θα βαθιανασαίνωμε στο διάβα μας
μυρωδιά από στάχυα θερισμένα.
Θα μας ευχηθούν το «καλώς ήρθατε»
χέρια από τον κάματο αργασμένα.

Από το κατώφλι αναμερίζοντας
του καιρού τ’ αγκάθια και τα χόρτα
του κλειστού παλιόπυργου θ’ ανοίξωμε
τη βαριά, τη σιδερένια πόρτα.

Κι όταν το λυχνάρι μας θ’ ανάψωμε
Ταπεινό – την ώρα που νυχτώνει –
τη χαρά θα νοιώσωμε πως είμαστε
χωρισμένοι απ’ όλα : μόνοι, μόνοι .





- σημείωση του Michael Franz :
η αρχή της ελεγείας του Χαίλντερλιν, δηλαδή η πρώτη στροφή, από μόνη της παρουσιάζεται ως ολοκληρωμένο έργο τέχνης σε μικρογραφία


- σημείωση quartier libre :
του Δροσίνη το ποίημα, ως ολοκληρωμένο έργο τέχνης σε μικρογραφία  












Σάββατο, Φεβρουαρίου 16, 2013


V.



Βιβλιοθήκη Ελλήνων και ξένων συγγραφέων
.
ΛΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ Ποιητική Ανθολογία

Βιβλίο έκτο

.
Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ
Εκδόσεις ΓΑΛΑΞΙΑ
Σελίδες 216
ΔΡΧ.20

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ


ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΓΚΡΕΜΝΟΥ

Όλα για σένα τά' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρ' τα,
τις αργυρές αγράμπελες και τα χρυσά τα σπάρτα

Ζηλιάρης δράκος ο γκρεμνός τα φύλαγε από μένα
τα πλούτη του τα λιόσπαρτα και τ' αφρογεννημένα

Κι έκανα τον καημό σπαθί, το λογισμό κοντάρι,
και πάτησα και νίκησα τον ακριβό ζηλιάρη

Όλα για σένα τα' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρτ' τα,
του δράκου τις αγράμπελες και του γκρεμνού τα σπάρτα






  

 ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ


"Η ΑΣΑΛΕΥΤΗ ΖΩΗ"


ΠΑΤΡΙΔΕΣ

Εδώ ουρανός παντού κι ολούθε ήλιου αχτίνα,
και κάτι ολόγυρα σαν του Υμηττού το μέλι,
βγαίνουν αμάραντ' από μάρμαρο τα κρίνα,

λάμπει γεννήτρα ενός Ολύμπου η θεία Πεντέλη.

Στην Ομορφιά σκοντάβει σκάφτοντας η αξίνα,
στα σπλάχνα αντί θνητούς θεούς κρατά η Κυβέλη,
μενεξεδένιο αίμα γοργοστάζ' η Αθήνα
κάθε που τη χτυπάν του Δειλινού τα βέλη.

Της ιερής ελιάς εδώ ναοί και οι κάμποι
ανάμεσα στον όχλο εδώ που αργοσαλεύει
καθώς απάνου σ' ασπρολούλουδο μια κάμπη,

ο λαός των λειψάνων ζει και βασιλεύει
χιλιόψυχος, το πνεύμα και στο χώμα λάμπει,
το νιώθω, με σκοτάδια μέσα μου παλεύει


------------------


Εκεί που ακόμα ζουν οι Φαίακες του Ομήρου
και σμίγ' η Ανατολή μ' ένα φιλί τη Δύση,
κι ανθεί παντού με την ελιά το κυπαρίσσι,
βαθύχρωμη στολή στο γαλανό του Απείρου

-------------------


κρυμμένη στην πολύπαθη τη Ρωμιοσύνη
σα να ξανοίγω τη βασίλισσαν Ελλάδα

----------------------

Πατρίδες! Αέρας, γη, νερό, φωτιά! Στοιχεία,
αχάλαστα, και αρχή και τέλος των πλασμάτων,
σα θα περάσω στη γαλήνη των μνημάτων,
θα σας ξανάβρω, πρώτη και στερνή ευτυχία!


Αέρας μέσα μου ο λαός των ονειράτων
στον αέρα θα πάη, θα πάη στην αιωνία
φωτιά, φωτιά κι ο λογισμός μου, τη μανία
των παθών μου θα πάρ' η λύσσα των κυμάτων

--------------------------







 ΕΚΑΤΟ ΦΩΝΕΣ


 ΠΡΩΤΗ ΝΥΧΤΑ


--------------------------

 II

Και τέτοιος που είμαι, και με τέτοια
καρδιά, πουλί ολοτρέμουλο σ' αρρωστημένα στήθια,
από τους δυνατούς και τους μεστούς του κόσμου
εγώ είμαι πιό κοντά στο φως και στην αλήθεια.

Γι αυτό μουγκρίζει μέσα μου βαθιά,
και μ' όλη την αχάμνια μου και μ' όλο το μαράζι,
προς όλους τους μεστούς και δυνατούς του κόσμου
μιά καταφρόνεση. Και μου ταιριάζει.


--------------------------




ΔΕΥΤΕΡΗ ΝΥΧΤΑ

 --------------------------

Ψυχή, της έγνοιας καλογριά, του κόσμου αποδιωγμένη,
την ώρα την εκστατική ποτέ δε θα ξεχάσης,
που τα μυστήρια τ' άχραντα πρώτη φορά κοινώνησες
της θείας μεγάλης Πλάσης

----------------------------






ΤΡΙΤΗ ΝΥΧΤΑ


Τον πόνο σου εδώ πέρα μη τον παρατάς,
με μιά φροντίδα μητρική ταξίδεψέ τον,
όπου ζωή, όπου όνειρο, στα μακρινά και στα ψηλά,
και πήγαινέ τον ύστερα και ριζοφύτεψέ τον
εκεί στη χώρα την κατάνακρη του αμίλητου.
στα μάτια του συμμάζωξε και θάψε τη φωνή του,
κι ανίσως δε βαστάξουνε τα μάτια του και κλείσουνε,
κλείσε κι εσύ τα μάτια σου και πέθανε μαζί του.