photos
quartier libre
Ο Ρ Ο Σ Κ Ε Ρ Α Μ Ε Ι Κ Ο Υ
* "το κάλλιστον προάστειο των Αθηνών"
Οι 2 σπουδαίες πύλες της πόλης των Αθηνών, η "Ιερά Πύλη" και το "Δίπυλον", βρίσκονται εδώ.
Εδώ ξεκινάν 2 δρόμοι :
- η Ιερά οδός (μήκος 22 χλμ., από τον Κεραμεικό έως την Ελευσίνα)
- ο δρόμος των τάφων (οδηγεί στον Πειραιά)
Ρέει ακόμα ο αρχαίος ποταμός της πόλης των Αθηνών,
ο Ηριδανός
"ήριον" θα πει = νερό που τρέχει
Η κατάληξη "- δανος" είναι Περσική λέξη. Θα πει = νερό που τρέχει
(οι ονομασίες Δούναβης και Ιορδάνης , εμπεριέχουν τη λέξη)
ο ποταμός Ηριδανός "εγκιβωτίστηκε" επί Αδριανού
όταν οι Πέρσες ισωπέδωσαν την Αθήνα
καταστράφηκε το Θεμιστόκλειον τείχος.
οι Αθηναίοι το επισκεύασαν.
το 393, όταν η Αθήνα καταστράφηκε από την Σπάρτη, ο Κόνων ενίσχυσε ξανά τα τείχη.
το 307 π.Χ. ο Δ. Φαληρέας εκδίδει διάταγμα κατάργησης "πολυτελών ταφικών μνημείων"
267 μ.Χ., επιδρομή των Ερούλων (από την Γιουτλάνδη - ανάμεσα σε Δανία και Σουηδία)
το 86 π.Χ., ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας έκαμε μεγάλες καταστροφές και λεηλασία.
( η λέξη σύλληση προήλθε από το όνομά του)
(πατάμε πάνω στο όνομα)
Ἐμὲ Δεξίλεο μὲ λέν, παιδὶ εἶμαι τῆς Ἀθήνας,
πολέμησα καὶ νίκησα κ᾿ ἐγὼ γιὰ τὴν πατρίδα.
Σὲ λίγο ὁ θάνατος ὁρμάει κι ἀλύπητα κ᾿ ἐμένα
μὲ παίρνει ἀπὸ τὴν γῆν αὐτή, μὲ φέρνει σ᾿ ἄλλον κόσμο.
Δὲ μ᾿ ἔρριξε στὰ Τάρταρα, δὲ μ᾿ ἄφησε στὸν Ἅδη,
μακαρισμένο, ἀθάνατο, μ᾿ ἀνάστησε γιὰ πάντα
στὰ μαρμαρένια Ἠλύσια, στὰ Ἠλύσια της Τέχνης.
Κ. Παλαμάς
η στήλη της Ηγησούς
- ένα από τα ωραιότερα έργα Αττικής τέχνης του τέλους του 5ου αι. π.Χ. -
η περιοχή του Κεραμεικού έσφυζε από ζωή.
λόγω του καλού χώματος του ποταμού, υπήρχαν εδώ τα εργαστήρια των κεραμέων και των αγγειοπλαστών.
εδώ έζησαν και δημιούργησαν, μεγάλα ονόματα κεραμέων και αγγειογράφων.
ΥΠΟΜΗΚΥΝΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1100 - 1000 π.Χ.)
ΠΡΩΤΟΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1000 - 900 π.Χ.)
ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (900 - 700 π.Χ.)
ΥΣΤΕΡΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (510 - 480 π. Χ.)
ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (5ος και 4ος αι. π.Χ. )
τα πανέμορφα χρηστικά γυάλινα
ο ωραίος Κούρος του Κεραμεικού
*
Θουκυδίδης 34: Εν δε τω αυτώ χειμώνι Αθηναίοι τω πατρίω νόμω χρώμενοι δημοσία
ταφάς εποιήσαντο των εν τώδε τω πολέμω πρώτων αποθανόντων τρόπω τοιώδε.
Τα μεν οστά προτίθενται των απογενομένων πρότριτα σκηνήν ποιήσαντες και
επιφέρει τω αυτού έκαστος ην τι βούληται· επειδάν δε η εκφορά ή,
λάρνακας κυπαρισσίνας άγουσιν άμαξαι (δέκα), φυλής εκάστης μίαν· ένεστι
δε τα οστά ης έκαστος ην φυλής. Μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των
αφανών, οι αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν. Ξυνεκφέρει δε ο βουλόμενος και
αστών και ξένων, και γυναίκες πάρεισιν αι προσήκουσαι επί τον τάφον
ολοφυρόμεναι. Τιθέασιν ουν ες το δημόσιον σήμα, ο έστιν επί του
καλλίστου προαστίου της πόλεως και αιεί εν αυτώ θάπτουσι τους εκ των
πολέμων πλην γε τους εν Μαραθώνι· εκείνων δε διαπρεπή την αρετήν
κρίναντες αυτού και τον τάφον εποίησαν. Επειδάν δε κρύψωσι γη, ανήρ
ηρημένος υπό της πόλεως ος αν γνώμη τε δοκή μη αξύνετος είναι και
αξιώσει προήκη, λέγει επ’ αυτοίς έπαινον τον πρέποντα· μετά δε τούτο
απέρχονται. Ώδε μεν θάπτουσιν· και διά παντός του πολέμου, οπότε ξυμβαίη
αυτοίς, εχρώντο τω νόμω. Επί δ’ ουν τοις πρώτοις τοίσδε Περικλής ο
Ξανθίππου ηρέθη λέγειν. Και επειδή καιρός ελάμβανε, προελθών από του
σήματος επί βήμα υψηλόν πεποιημένον, όπως ακούοιτο ως επί πλείστον του
ομίλου, έλεγε τοιάδε.
μετάφραση Ελευθέριου Βενιζέλου :
Κατά τον ίδιον χειμώνα οι Αθηναίοι, εφαρμόζοντες παλαιόν έθιμον της
πατρίδος των, έκαμαν δημόσιον ενταφιασμόν των πρώτων φονευθέντων κατ’
αυτόν τον πόλεμον, κατά τον εξής τρόπον. Τα μεν οστά των φονευθέντων τα
εκθέτουν προ τριών ημερών εντός παραπήγματος, το οποίον επίτηδες
κατασκευάζουν, και προσφέρει έκαστος εις τον ιδικόν του νεκρόν,
ο,τιδήποτε θέλει. Όταν δε έλθη η ημέρα της εκφοράς, άμαξαι φέρουν
λάρνακας από ξύλον κυπαρίσσου, τόσας όσαι και αι φυλαί· τα οστά εκάστου
φονευθέντος ετίθεντο εις την λάρνακα της φυλής του. Εκτός των δέκα
λαρνάκων φέρεται και μία κλίνη νεκρική στρωμένη διά τους
εξαφανισθέντας, όσων τα πτώματα τυχόν δεν θα ευρίσκοντο διά να
ενταφιασθούν. Την εκφοράν την ακολουθεί όποιος θέλει και από τους
πολίτας και από τους ξένους· εις τον τάφον πηγαίνουν και γυναίκες
συγγενείς των φονευθέντων κλαίουσαι δι’ αυτούς. Τους θάπτουν λοιπόν εις
το δημόσιον νεκροταφείον* (*οι νεκροί κατά την αρχαιότητα εθάπτοντο
εκατέρωθεν των οδών· εις τας Αθήνας εθάπτοντο εις την οδόν την άγουσαν
από του Διπύλου εις την Ακαδήμειαν), το οποίον ευρίσκεται εις το
ωραιότερον προάστιον της πόλεως, και εκεί πάντοτε ενταφιάζουν τους εν
πολέμω φονευομένους. Δεν έθαψαν εκεί μόνον τους πεσόντας εις τον
Μαραθώνα· τον τάφον εκείνων τον έκαμαν εις το πεδίον της μάχης όπου
έπεσαν, διότι έκριναν εξαιρετικήν την ανδρείαν των. Όταν καλύψουν τας
λάρνακας με χώμα, εκφωνεί δι’ αυτούς τον κατάλληλον εγκωμιαστικόν
επιτάφιον λόγον άνθρωπος, τον οποίον εκλέγει προς τον σκοπόν αυτόν η
πόλις, και ο οποίος είναι, κατά κοινήν ομολογίαν, συνετός κατά την
σκέψιν και κατέχει ανώτερον αξίωμα εις την πόλιν· μετά τον επιτάφιον
φεύγουν* (* Ο επιτάφιος λόγος ήτο το επιστέγασμα της όλης εορτής. Μετά
την εκφώνησίν του ο κόσμος έφευγε, διά να μείνη με τας τελευταίας
εντυπώσεις τας οποίας απεκόμιζεν από τον λόγον). Κατ’ αυτόν τον τρόπον
τους θάπτουν· και καθ’ όλην την διάρκειαν του πολέμου, οσάκις το
επέτρεπον οι περιστάσεις, εφήρμοζον την συνήθειαν αυτήν. Διά τον
επιτάφιον λόγον προς τιμήν των πρώτων αυτών νεκρών του πολέμου, εξελέγη
να ομιλήση ο Περικλής του Ξανθίππου. Και όταν έφθασεν η κατάλληλος
στιγμή, αφού επροχώρησεν από το μνημείον, ανέβη επάνω εις εν υψηλόν
βήμα, επίτηδες κατεσκευασμένον, διά να ακούεται εις όσον το δυνατόν
μεγαλύτερον μέρος του συγκεντρωμένου πλήθους, και είπε τα εξής περίπου.