ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Ζ ‘
Στίχ.
191-193
Μα εδώ που
έφτασες τώρα, στη χώρα και πόλη τούτη,
Ούτε ρούχα
θα σου λείψουν ούτε και τίποτε άλλο,
Απ’ όσα ένας
ταλαίπωρος πρόσφυγας θα χρειαζόταν.
Στίχ.
206-209
Τούτος ο
δύστυχος μας ήρθε ναυαγός και πρέπει
να του
σταθούμε. Από τον Δία έρχονται φτωχοί και ξένοι
όλοι, και
το λιγοστό ακόμα είναι καλόδεχτό τους.
Δώστε στον
ξένο να φάει, να πιεί…
Θ ‘
Στίχ. 546-547
Σαν αδερφός
είναι ο πρόσφυγας ξένος
για έναν
άνθρωπο που έστω και λιγοστή φρόνηση έχει.
Ι ‘
Στίχ.
266-271
Βρίσκοντας
εμείς εδώ εσένα γονα-
τιστοί ζητούμε
να μας φιλοξενήσεις ή δείξεις
αλλιώς
γενναιοδωρία, όπως λέει το έθιμο για τους ξένους.
Τους θεούς,
κραταιέ, σεβάσου. Πρόσφυγες είμαστε. Ο ξένιος
Δίας τους ξένους
εποπτεύει, όπου ικέτες καταφεύγουν,
και συνοδεύει
τους παντού, γι αυτό άξιοι σεβασμού είναι.
Ι ‘
Στίχ.
476-479
μόνο
σου ήταν
γραφτό τα κακουργήματά σου να πληρώσεις,
που
αδιάντροπα έφαγες, άκαρδε, στο ίδιο σου το σπίτι
ξένους ανθρώπους. Γι αυτό
απ’ τον Δία και άλλους θεούς το βρήκες.
ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Μετάφραση Μπάμπης Νικηφορίδης
Εκδ. ΣΟΚΟΛΗ