κι οι γλάροι
τα γοργόφτερα πουλιά
λευκό μπαλέτο στα σκοτάδια…
τα γοργόφτερα πουλιά
λευκό μπαλέτο στα σκοτάδια…
.
.
Μικρό ημερολόγιο ταξιδιού
.
- συνέχεια
στη θάλασσα
.
.
Τετάρτη 13 του Φλεβάρη – κουτσοφλέβαρου, 2008
Τα είπα γω, όσο ετοιμάζαμε το μπάρκο : «Άμαθη είμαι απ’ αυτά. Όλη μου τη ζωή στις στεριές την έζησα. Στο χώμα πατώντας, πολιτείες γυρνώντας. Βουνίσιο σκαρί είμαι. Σταθερό και σκληρό. Πώς θα ακολουθήσω, το δρόμο της μανιασμένης θάλασσας; Αν με πάρεις κοντά, βάρος θα σου είμαι... μπελάδες βάζεις στο κεφάλι σου. Δε μ’ αφήνεις εδωδά καλύτερα, μονάχη…»
.
Μα έχεις μιλήσει ποτέ, με καπετάνιο ξεροκέφαλο; Και με αποφασισμένο καπετάνιο; Και με καπετάνιο, που χει φάει τη φουρτούνα με το κουτάλι; Και που έχει μάθει να μη φοβάται το θάνατο;
Πώς θα μπορούσε λοιπόν, να φοβηθεί το φόβο μου;
- Προχωράμε ! απάντησε εκείνος, ήσυχα και στεγνά. Προχωράμε μαζί , στεριά, θάλασσα, δεν έχει να κάνει… τέλειωσε πιά, το "εδωδά καλύτερα, μονάχη". Μαζί προχωράμε.-
Άπλωσε έπειτα τις πλατειές φτερούγες του, και με σκέπασε.
Έτσι, για τον καλό καιρό και τον κακό, μπαρκάραμε.
.
Κι εγώ, να μη μπορώ, ανάθεμά με, να συνηθίσω τον άνεμο και το κύμα, σαν αγριεύουν !
Σα ζαβλακωμένο πουλί να πέφτω, κάθε λίγο, έτοιμο να παραδώσει την τελευταία πνοή του !
..............................
Σα ζαβλακωμένο πουλί να πέφτω, κάθε λίγο, έτοιμο να παραδώσει την τελευταία πνοή του !
..............................
.
Τραμουντάνα γερή φύσηξε τις προάλλες.
Ο βοριάς σφύριζε άγρια, όλη μέρα, όλη νύχτα, στρίγγλιαζε μέσα στ’ άλμπουρα, και τράνταζε τα κατάρτια, ξέσκιζε τα πανιά, σήκωνε το κύμα βουνό, και το χωνε ως μέσα στο σώμα του κήτους.
Το τσούρμο βολόδερνε δεξιά-ζερβά.
Εμένα, την αλλιώς μαθημένη , λυγίσαν τα μέσα μου. Τρόμαξα. Ήρθε το τέλος, νόμισα.
Κι απ’ την τρομάρα μου θαρρώ, είναι που αρρώστησα.
Άρρωστη.
Κρύωνα , πόναγα, σα να μην ένιωθα χέρια και πόδια, στην υγρασία της θάλασσας.
Κουκουλωμένη ολημερίς, μες τα σκεπάσματα.
Τα μάτια μου έκλεινα, δάκρυα κυλούσαν, τα μάτια μου άνοιγα, δάκρυα κυλούσαν.
Μα πάνωθέ μου, ζεστά απλωμένες, πλατειές φτερούγες.
Ο βοριάς σφύριζε άγρια, όλη μέρα, όλη νύχτα, στρίγγλιαζε μέσα στ’ άλμπουρα, και τράνταζε τα κατάρτια, ξέσκιζε τα πανιά, σήκωνε το κύμα βουνό, και το χωνε ως μέσα στο σώμα του κήτους.
Το τσούρμο βολόδερνε δεξιά-ζερβά.
Εμένα, την αλλιώς μαθημένη , λυγίσαν τα μέσα μου. Τρόμαξα. Ήρθε το τέλος, νόμισα.
Κι απ’ την τρομάρα μου θαρρώ, είναι που αρρώστησα.
Άρρωστη.
Κρύωνα , πόναγα, σα να μην ένιωθα χέρια και πόδια, στην υγρασία της θάλασσας.
Κουκουλωμένη ολημερίς, μες τα σκεπάσματα.
Τα μάτια μου έκλεινα, δάκρυα κυλούσαν, τα μάτια μου άνοιγα, δάκρυα κυλούσαν.
Μα πάνωθέ μου, ζεστά απλωμένες, πλατειές φτερούγες.
Και σταθερά ένα χέρι, ολημερίς στο τιμόνι, να δαμάζει τη θάλασσα.
14 σχόλια:
καλημέρα, κοριτσάκι όμορφοα και τα λόγια γλυκά και η μουσική,
φιλάκι!
σου είπα πόσο χαίρομαι που ξεφοβήθηκες...
καλημέρα, genna.
Έλα Αλεξάνδρα μου, χαίρομαι που πήρες πίσω την απόφασή σου, και διαβάζοντας ένα τέτοιο κείμενο χαίρομαι πιο πολύ. Φιλιά.
Καλημέρες χειμωνιάτικες :)
Περιμένοντας το χιόνι...
@ καλημερούλες.
ευχαριστώ genna
ευχαριστώ babi
ευχαριστώ ira
οι φίλοι μου φεγγάρια ήταν,
νησιά...
Κι εγώ σε μια τέτοια φουρτούνα βρίσκομαι εδώ και κάποιες μέρες και φοβαμαι τη σστεριά...
Έζησα μια εκπληκτική ζωή.Το μόνο που μετανιώνω είναι που δεν το συνειδητοποιησα νωρίτερα.
Με αγάπη, κι ας ρίχτνω κανένα μπινελίκι πού και πού... :(
@ clelia,
ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ...
@ συννεφιά μου,
μόνο με μπινελίκια καταλαβαίνουν τα λαμόγια.
κανόνισε όποτε μπορείς να βρεθούμε.
σε πεθύμησα.
υπέροχο κείμενο. πολλοί θα ήθελαν να το διαβάσουν.
6.48 το πρωί,
όμορφα μηνύματα στέλνεις,
abtthaki καλό μου :)
εγώ, η "νεκρά"
και "ατάλαντος γυνή",
μετά βίας ξύπνησα στις εννιάμιση...
ισχύει μάλλον, το μεσημεριανό μας ραντεβού :)
νεκρά δεν είσαι εσύ, γιατί αν είσαι νεκρά εσύ, είναι και η άλλη φίλη, που είναι κι αυτή μπλογκερού!
απλώς ήθελε να διευκρινίσει όταν είχε μαζί της μια φίλη που δεν έχει σχέση μ'αυτά...
αυτό νομίζω.
παραπονιάρικο ευαίσθητο ανοιχτό κλουβάκι με τ'αηδόνια, που είν δικά σου, άντε...
"ανοιχτό κλουβάκι με τ'αηδόνια" ;;;
αυτά πάς και λες
σε κάτι ανθρώπους
"νεκρούς κι ατάλαντους"
και τους ξαναχώνεις πάλι στην περιπέτεια...
τέλος πάντων...
θα δούμε...
signature :
με το ένα πόδι μέσα
και με το άλλο έξω...
Αυτές οι ανασφάλειες σου, είναι οι ντουντούκες της ευαισθησίας σου, αλλά και οι αιτίες εκνευρισμού αυτών που σε αγαπούν και εκτιμούν το ταλέντο σου.
@ Συγγραφέα,
σ' ευχαριστώ που μπήκες.
σ' ευχαριστώ που έστειλες μιά κουβέντα.
σ' ευχαριστώ, που η κουβέντα σου είναι καλή κι ενθαρρυντική.
εσύ, που συμμετέχεις
στον καθημερινό, σκληρό αγώνα,
και τον γνωρίζεις,
έχεις βαρύνουσα άποψη.
και ειδικό βάρος.
Δημοσίευση σχολίου