Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2014




«Οι γειτονιές του κόσμου»

(απόσπασμα από τις «γειτονιές του κόσμου» του Γ. Ρίτσου, εκδόσεις Κεδρος)


Οι γειτονιές θυμούνται. Οι γειτονιές

δε θέλουν να ξεχάσουν. Τα χαράματα
οι ομοβροντίες στο Σκοπευτήριο. Τη νύχτα
τα φώτα του Χαϊδαριού. Η συσκότιση.
Το φιλί ήταν πικρό και βιαστικό.
Ύστερα πέφτανε τα χέρια στο πλάι.
Μια πιστολιά στο δρόμο. Η νύχτα. Κι η τρεχάλα.
Η νύχτα. Κι η καρδιά που χτυπάει δυνατά
όπως χτυπάει μια γροθιά πάνου στο τραπέζι.
Ύστερα πάλι η σιγαλιά. Μονάχα
τα δεκανίκια του φεγγαριού στο πεζοδρόμιο
κι ένα χέρι που σφίγγει τη ράχη της καρέκλας
κι ένα χέρι που λαδώνει το παλιό περίστροφο
κι ένα χέρι που ράβει μια σημαία
κι ένα χέρι που σφίγγει ένα άλλο χέρι
και τ’ άστρα που δείχνουν τα σφιγμένα τους δόντια
πάνω από τον κυρτό σταυρό που ανεμίζει στην Ακρόπολη,
κι ο άνεμος που αρχίζει τα μεσάνυχτα.


Η Κυρα-Λένη κάθεται μονάχη στο κατώφλι της.
Δε μιλάει σε κανέναν. Δεν κοιτάζει τίποτα.
Κανένας από τους χαφιέδες που κόβουν βόλτες στο σκοτάδι
δεν καταλαβαίνει τίποτα. Μα η κυρα-Λένη
κοιτάει κατάματα το θάνατο,
κοιτάει πίσω από το θάνατο το μέλλον,
βλέπει τα τρία παιδιά της
και κείνους που σκοτώσαν τα παιδιά της,
βλέπει και κείνους πού ’ρχονται να εκδικηθούν τα παιδιά της,
βλέπει όλα τα παιδιά του κόσμου
να κουβαλάνε τριαντάφυλλα και τ’ άστρα και τα πράσινα παντζούρια της άνοιξης,
για τις μανάδες που κάθονται μονάχες τα βράδια στο κατώφλι.
Και η κυρα-Λένη που κάθεται στο κατώφλι της,
δεν είναι μόνη. Κάτου απ’ τη μαύρη της ποδιά κρύβει τα χέρια της,
κι ο κόσμος κάθε βράδυ  ακουμπάει το κεφάλι του στα βασανισμένα γόνατά της
 και περιμένει. Ο κόσμος περιμένει στα γόνατα της κυρα-Λένης
γιομάτος  εμπιστοσύνη και ψωμί και σημαίες,
περιμένει ο κόσμος τα τριαντάφυλλα και τ’ αστέρια,
περιμένει ν’ ανοίξουν τα πράσινα παντζούρια της άνοιξης,
για τις μανάδες που κάθονται μονάχες στο κατώφλι της νύχτας.







Δεν υπάρχουν σχόλια: