Δευτέρα, Φεβρουαρίου 25, 2008

α.κ.
Ψ

Ψάθα
- οι παλιές καρέκλες από ψάθα, στο σπίτι του θείου Κώστα στην Κοκκινιά. Στην αυλίτσα με το δροσερό πηγάδι και τη γαζία, να πιπιλάς γλυκά τζίτζιφα. Στη μέση ο τεράστιος πεύκος με τις φωλιές των πουλιών, το τριμμένο ψωμάκι στο χώμα για τα σπουργίτια του χειμώνα, και η μπουκαμβίλια, χρώμα φούξια. Των παιδικών μας χρόνων ζαλωμένος ψάθα, να περνάει στο δρόμο, ο κάαρεκλάαας.
.
-κι ακόμα σήμερα, μιά ψάθα απλωμένη στην αμμουδιά , να μοσχοβολάει εξωτική καρύδα και ζεστασιά καλοκαιρινού σώματος, κάτω στον Άη Γόρδη ή στη Γλυφάδα ή στον Κοντογιαλό

Ψαθάκι
-ένα πλατύγυρο, που είχε αγοράσει στον πατέρα της, να το φορά στην ακροθαλασσιά (πρέπει να ψάξει, μήπως κάπου το βρει καταχωνιασμένο…).

Ψαλιδιά
-Ήτανε μια φρεγάτα, παιδιά, ήτανε μια φρεγάτα
γλάρο τη λέγανε, κάνε μια καντηλίτσα, γλάρο τη λέγανε, κάνε μια ψαλιδιά
.
-μια ψαλιδιά, που κάναμε τότε με τη Διώνη, στο σεντόνι της Τζούλη, κι έπειτα ψαλλιδίσαμε ένα άλλο σεντόνι για να την μπαλώσουμε, μήπως κι έτσι γλυτώσουμε την τιμωρία και το ξύλο

Ψάλλω
Εις το υπερώον της Ζωοδόχου Πηγής. La messe par Coeur.

Ψαλμός
-προς τον αρχιμουσικόν, με έγχορδα όργανα, κατά το Σεμινίθ. Ψαλμός του Δαυίδ.
Εκοπίασα εν τω στεναγμώ μου
.
-δια τον αρχιμουσικόν. Επί κρίνων. Των υιών Κορέ. Μασκίλ, άσμα αγάπης.
Σμύρνα και στακτή και κασία από των ιματίων σου
Από βάρεων ελεφαντίνων, εξ ών ηύφρανάν σε
(όλα τα ενδύματά σου ευωδιάζουν από σμύρναν και αλόην και κασίαν,
από ελεφάντινα ανάκτορα σε ευφραίνουν έγχορδα όργανα)
.
-ψαλμός του Δαυίδ, όταν ήτο εις την έρημον του Ιούδα.
Η ψυχή μου διψά διά σε, η σάρξ μου σε ποθεί, ως εις χώραν ξηράν, έρημον και άνυδρον.

Ψαλμουδιά
-Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο κοσμοκαλόγηρος. Των γραμμάτων. Που όταν η ζωή με απελπίζει, όπου κι αν με βρίσκει το κακό, κι όποτε θολώνει ο νους , ακολουθώ την ακριβή οδηγία και μνημονεύω εκείνην τη μοναστική, μοναδική φωτογραφία, την τραβηγμένη στη Δεξαμενή. Τα σταυρωτά χέρια και τη γερμένη κεφαλή της αγιότητος.

Ψάλτης
-Ο δεξιός ψάλτης, ονόματι Χρήστος.

Ψαραγορά
-Η κλειστή ψαραγορά της Setoubal, με τα μπλε – άσπρα, ajulejos κεραμικά πλακάκια.
Και οι φουφούδες έξω από κάθε σπίτι – την σαρδέλαν ημών την επιούσιον δος ημίν σήμερον - να ψήνουν το μεσημεριανό, στα κάρβουνα . Mariscos.
.
-Οι πάγκοι με τα ψάρια και τα θαλασσινά, στην Viana do Castelo, στο Porto και στη Lisboa.
.
-Οι ψαραγορές του Ατλαντικού, μικρές πολιτείες, με τους πάγκους απλωμένους αρμύρα και φύκι, ως την άκρια της θάλασσας.
.
-Τα μύρια χοχλιδάκια της Βρετάνης.
.
-Η Βαρβάκειος ψαραγορά, να χτυπάει δυνατά παιδική φλέβα, στην καρδιά της Αθήνας.

Ψαράς
-ο πίνακας του Χαράλαμπου Καπτζή, στον τοίχο μου. Στο κεφάλι πλεκτό καλάθι, ψάρια γεμάτο, άσπρη φανέλα, τριχούλες στο στήθος και μάλλινο ζωνάρι υφαντό, πολύχρωμο.
.
-ο Λευτέρης μας.

Ψάρι
-απεκάλεσες χρυσόψαρο (ο αδιάντροπος της ζωής μας αόριστος)

Ψαροκάϊκο
-και σφουγγαράδικο μαζί. Εκ Δωδεκανήσου ορμώμενο. Στην Κάλυμνο, στη Λέρο, στη Σύμη, στη Ρόδο. Κατάδυση με βαριά πέτρα και κράτημα αναπνοής. Τα απέναντι παράλια και οι ιστορίες Παχωμίου για τους Τσέτες. Η μάχη με τα σκυλόψαρα, σώμα με σώμα. Τα φρούτα και οι καρποί απ’ τα σπλάχνα της θάλασσας, που τα ευλόγησε η προσπάθεια τ’ ανθρώπου. Η αλήθεια, σαν παραμύθι.

Ψαροκασέλα
-ο γεννημένος, η γεννημένη, το γεννημένο στον Πειραιά.
.
-συλλογή με πάσης φύσεως κουτιά - κασελάκια, ίσως εις ανάμνησιν υποσυνείδητη, της ψαροκασέλας.

Ψαροκεφαλή
-το νοστιμότερο απ’ το ψάρι.

Ψαρομάλλης
-καθρέφτης εμπειρίας ζωής, συσσωρευμένη σοφία, γοητεία γένους αρσενικού.

Ψαρόνι
-θαλασσινό μαυροπούλι, με φτερά π’ αστράφτουν στον ήλιο

Ψαροπούλα
- μονάχη, να προσμένει τον καπετάνιο.

Ψάχνω
-Στα χαλάσματα της άχαρης ζωής μου, στους βυθούς, στις παιδικές σου τούκες, σε βουνίσιες περπατησιές στο Βίκο μιά, στην Οίτη δυό, στις πλαγιές με τα edelweiss και τη χλωρίδα των Άλπεων , στα σκοτεινά παράθυρα , στα ραντεβού των κοιταγμάτων στην άκρια του φεγγαριού
.
Ψαχουλεύω
-στις λέξεις. Στις ανάσες. Στα κόμματα. Στις τελείες. Στα ερωτηματικά. Στα θαυμαστικά. Στις άνω τελείες. Στο γέλιο. Στο κόμπιασμα. Στο λυγμό. Στα ρουθουνίσματα. Στα βιολιά. Στις κιθάρες. Στα όμποε. Στις άρπες και στα Όργανα. Στον μπαγλαμά.

Ψεκαστήρας.
-χάλκινος. Εκείνο το βαθύ-χρυσό κόκκινο. Περασμένος στην πλάτη, με δυό καφετιά λουριά, δερμάτινα. Ραντίζουν οι μεγάλοι τον καρπό, δυό φορές, πριν φτάσει ο Αύγουστος. Κι εκεί στο τέλος του καλοκαιριού, μόλις μυρίσουν τα πρωτοβρόχια, απλώνουν τα τσουβάλια γύρω απ’ τα δέντρα και μαζεύουν το φρέσκο φιστίκι Αιγίνης. Το καθαρίζουν, το βουτάν σε νερό με ξυνό και χοντρό αλάτι, το περνάν με λαμαρίνες στο φούρνο, κι έπειτα, το φυλάν προσεκτικά, για τα βράδια τα χειμωνιάτικα.
Το πανηγύρι των παιδιών, να σκαρφαλώνουν στα δέντρα και να μαζεύουν τα φιστίκια νωπά ακόμα. Βαθύ, και πιο βαθύ μου ροζ, και δέρμα φιστικιού του Σεπτέμβρη, βελούδινο.

Ψελλίζω
-σαν μωρό που μαθαίνει. Μπουσουλιστά λόγια, άμαθα, ταμπουρωμένα στην ντροπαλοσύνη και στην πελώρια άγνοιά τους.

Ψέλνω
- «Eγώ, όντε σ' εσγουράφισα, ήβγαλα απ' την καρδιά μου
αίμα, και με το αίμα μου εγίνη η σγουραφιά μου.
………………….

Λοιπόν, μη βάλεις λογισμό σ' έτοια δουλειά, να ζήσεις,
δε σ'απαρνούμαι εγώ ποτέ, κι ουδέ κ' εσύ μ'αφήσεις.»

Ψες
-δεν γνώριζα τίποτα. Tabula rasa. Ίσαμε που, δια μέσου βασάνων, άδικης καταφρόνιας, λυγμών, αγρυπνίας, σπουδής, ταπεινότητας, υπερηφάνειας κι υπομονής χρόνων, κατάφερα κι έμαθα το άλφα. Το κεφαλαίο.

Ψευδοπρόβλημα.
-Άκουσε !

Ψευδώνυμο
-οι πανάρχαιες συνοικίες της Αθήνας

Ψευτοδίλημμα
-Άκουσε !

Ψευτοζούμε
-Άκουσε !

Ψηλά
-ανάμεσα στα κλαδιά της μοναδικής μου μανταρινιάς , στο πυκνό καταπράσινο φύλλωμα, σα μικρό φεγγάρι ωριμάζει ο πολύτιμος καρπός. Μήτε κλεμεντίνες, μήτε διασταυρώσεις, μήτε ποικιλία γλυκιά κι ακούκουτση. Μόνο φρούτο ατόφιο, ζουμερό, ξυνούτσικο, μ’ αληθινή ευωδιά μανταρινιού. Και πολλά κουκούτσια.
.
-και πάντα, εκεί ψηλά στον Υμηττό, παράμ, παράμ.
.
-και χαρταετοί πολύχρωμοι, που αμόλησες μια χρονιά ψηλά, στον ουρανό του λόφου.

Ψηλαφίζω
-το παρθένο τραύμα στο στήθος.
Ανεξερεύνητη περιοχή του κορμιού.
Είναι το τέλος των εξερευνητών.

Ψηφιδωτά
-χαλίκια, βότσαλα άσπρα και μαύρα, μικρά μάρμαρα, χρωματιστό
γυαλί, οψιανός
.
-στην Πάφο, «η Έπαυλη του Αιώνα», και το λιμάνι πλάϊ, λουσμένο στη λιακάδα.
.
-Κόρντομπα, μακρινή και μόνη
.
-ο μάγος Klimt. Ο τρελούτσικος Gaudi κι ο τραυματισμένος δράκος.
.
-αγιά Σοφιά, Πέλλα, αρχαία ερείπια της Ολύνθου, Ραβέννα.

Ψίχα
-στο χέρι ζυμωμένη, με αλεύρι λευκό ή σταρένιο , μαστίχα κοπανισμένη, γλυκάνισο, ηλιόσπορους, καρύδια .

Ψιχάλισμα
-il pleut doucement sur la ville
comme il pleut dans mon coeur

Ψίχουλο
-«αγάπη, αγάπη
δεν μου χεις φέρει εμένα
μήτ’ ένα ψίχουλο φωτός
για να δειπνήσω»

Ψυχή

9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ψεκάδες φερέβιες φλεβαριάτικες ψελλίσματα μελίσματα

Τίποτα είπε...

Το ζήλεψα!

quartier libre είπε...

@ ένδον αναζητώντας,

σ'ευχαριστώ για την επικοινωνία :)

quartier libre είπε...

@ τιποτένιο μου,

σιγά...
έχω ζηλέψει εγώωωωω...
:)

genna είπε...

άμα ψάχνεις, διαμάντια ψιχαλίζουν...

καλό βράδυ στη ψυχή σου!

quartier libre είπε...

@ des roses

όχι πάντα...

μπορεί να ψάχνεις
χρόνια, μήνες,
χρόνια, μήνες
κι ακόμα χρόνια, μήνες,
να περνάν οι χειμώνες,
τα καλοκαίρια, τα φθινόπωρα
και η πιό σκληρή απ' όλες,
η άνοιξη...

ψιχάλες ψιχαλίζουν,
καλή μου genna.

σ' ευχαριστώ πολύ
και σε φιλώ :)

ange-ta είπε...

-il pleut doucement sur la ville
comme il pleut dans mon coeur

το πρωτο ποίημα του Ζακ Πρεβερ, που διάβασα

ange-ta είπε...

είναι όλα πανέμορφα!!

καλή ιδέα, να πιάσουμε ένα γράμμα και να αραδιάσουμε ωραίες προτάσεις!

π.χ. Κ
Κύπρος

quartier libre είπε...

@ αχ, ange-ta αγαπημένη,

δεν πρόκειται περί αυτού...

ΔΕΝ είναι ένα γράμμα,
όπου αραδιάζεις ωραίες προτάσεις...

ένα μοναχικό,
ανεπίδοτο γράμμα είναι , ange-ta,
και λέξεις - σταγόνες βροχής.