ΑΦΙΕΡΩΜΑ
στον
Georges Rouault
1871-1958
χαρακτικός κύκλος
.
"Miserere et Guerre"
"It happens, sometimes,
that the way is beautiful..."
58 οξυγραφίες
.
Το κείμενο για τον Rouault
είναι από άρθρο
της Νίκης Λοϊζίδη
Ο καλλιτέχνης Rouault, επικοινωνεί με τους συγχρόνους του όπως ακριβώς επικοινωνεί και με τους ομοτέχνους του της ευρωπαϊκής παράδοσης. Εξαιτίας της μακρόχρονης σχέσης του με τα λαϊκά εργαστήρια είχε δουλέψει κοντά σε ζωγράφο - υαλογράφο από την ηλικία των 14 χρόνων ήταν σε θέση να αντιλαμβάνεται πολύ γρήγορα το βαθύτερο νόημα των μικρών ή μεγάλων μυστικών της κάθε τεχνικής.
sign. a.k.
εκ βαθέων
(μικρό κομμάτι από μεγαλύτερο γραπτό...)
.
au vieux faubourg des Longues Peines
"Βγήκα μετά στο δρόμο. Ανόρεχτα.
Βαδίζω και παραμιλώ, ευτυχώς από μέσα μου .
Τι λέω στο παραμιλητό μου; «ωχ, πονάει, μάνα μου, ωχ, πονάει, μάνα μου». Κόλλησε η κασέτα.
Περπατάω, πολύ αργά μες στον ήλιο, ανεβαίνω τη λεωφόρο, «ωχ, πονάει, μάνα μου, ωχ, πονάει, μάνα μου».
Μπαίνω στην πλατεία. Δε θέλω θόρυβο και πεζοδρόμια, κι αυτοκίνητα. Από μέσα θα πάρω τα δρομάκια, να κοντοσταθώ λίγο στις πρασινάδες.
Ξαφνικά, βλέπω μπροστά μου τους κηπουρούς, να φυτεύουν πανσέδες στα παρτέρια. Όλα τα χρώματα.
«Σ’ αρέσουν άραγε, οι πανσέδες;»
Διώχνω βίαια τη σκέψη και βλαστημάω τον εαυτό μου, που την έκανε.
Ζυγώνω τους κηπουρούς. Οι τρείς είναι παλιοί μαθητές μου. Με ζυγώνουν κι αυτοί.
Χαζεύω λίγο τους πανσέδες. Παίρνει μιά στάλα ανάσα η καρδιά μου. Οι άνθρωποι με χαιρετάνε. Μου λένε να βάψουμε τα παγκάκια, να βάλουμε φύλακα στις τουαλέτες, να μαζέψουμε τα χαλίκια έξω απ’ την παιδική χαρά, μη γλυστρήσουν οι παππούδες.
Στην εκκλησία θα πάω. Ανεβαίνω τη σκάλα στον ήλιο, μπαίνω. Καλό μου κάνει το μισοσκόταδο… Χαιρετάω τον παπά και κάθομαι σ’ ένα στασίδι, κανείς να μη με βλέπει.
Τώρα μπορώ ελεύθερα ν’ αφήσω τα δάκρυά μου.
Κλαίω σιγανά, πιό πολύ προς τα μέσα, παρά απ’ έξω μου, σκουπίζω τα μάτια μου με την ανάστροφη του χεριού, σκουπίζω τις μύξες απ’ το κλάμα, σηκώνομαι, βγαίνω στο δρόμο.
Ας πάρω κάτι, να φιλέψω τα παιδιά, στο γραφείο. Κοντεύει έντεκα, ώρα για αλμυρό.
Αρχίζω να ξανανεβαίνω τη λεωφόρο, φορτωμένη και με τα τρόφιμα. Στέκω στον Αντρίκο.
Τα βάζα του και τα γλαστράκια του γεμάτα υάκινθους, νεραγκούλες, τουλίπες, φρέζες.
Δίνω τα τελευταία μου λεφτά κι αγοράζω μωβ υάκινθους στο γλαστράκι κι ένα μπουκέτο κόκκινες τουλίπες. Κόκκινο, σαν το τριαντάφυλλο, που μου χάρισες.
Φορτώνομαι τα λουλούδια μου, περνάω έξω απ’ το γραφείο σου, κι ανεβαίνω στο δικό μου.
Άνθρωποι, ο ένας μετά τον άλλο, κι ώρες – ώρες δυό και τρείς και τέσσερις μέσα στο δωμάτιο. Πολύ πιέζει η δουλειά.
Καλύτερα έτσι, να μην προλαβαίνω να σκέφτομαι.
Πήγαμε έτσι, ως η ώρα τέσσερις..."
2 σχόλια:
Καλή Ανάσταση και... καλή ξεκούραση
- Πώς είπατε;
- ΞΕ ΚΟΥ ΡΑ ΣΗ
Αντ αυτού βλέπω κάτι ποστ με τρελή δουλειά.
Σε χαίρομαι
Φεύγω αύριο για Πάφο! Η πρώτη έξοδος εδώ και κάτι μήνες....
να μου χαιρετήσεις
τους Ιερούς Κήπους
στην Γεροσκήπου :)
και της Αφροδίτης τον βράχο
και τα αγαπημένα ψηφιδωτά
πλάϊ στο λιμάνι
και το λουκούμι περγαμόντο και τριαντάφυλλο
Cle,
να περάσεις καλά !
"ανοιχτά στον αέρα
με χαρά, με χαρά"
Δημοσίευση σχολίου