Σάββατο, Μαΐου 31, 2014



στίχοι
από το βιβλίο του Οδυσσέα Ελύτη

ΤΑ ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΞΩΠΕΤΡΑΣ 

..........................................................


Εγώ αποβλέπω· σ' έναν μακρύ θαλασσινό Κεραμεικό
Με Κόρες πέτρινες και που κρατούν λουλούδια. Θα 'ναι νύχτα και

        Αύγουστος
Τότε που αλλάζουν των αστερισμών οι βάρδιες. Και τα βουνά

        ελαφρά
..............................................................






Λάμπει μέσα μου κείνο που αγνοώ. Μα ωστόσο λάμπει

Αχ ομορφιά κι αν δεν μου παραδόθηκες ολόκληρη ποτέ

Κάτι κατάφερα να σου υποκλέψω. Λέω: κείνο το πράσινο κόρης

        οφθαλμού που πρωτο-
Εισέρχεται στον έρωτα


.................................................................

 

Με το λίγο της ψυχής μου κυανό η Όξω Πέτρα μέσ' από τη μαυρίλα
Θ' αρχίσει ν' αναδύεται. 


...............................................................




Ω και αν έχω! Αλλά πως με τι

Γίνεται τρόπο να φανερωθεί το «μη λεγόμενον»
Που ενώ με τις ίριδες και με τ' ανεμοκλείτια ευλαλούν οι Μάιοι
Και με χλόες παν κατεβατές έως τη θάλασσα
Τη στιγμή που κι εκείνη ψιθυριστά κάτι απ' τ' αρχαία της μυστικά
Ολοένα εκμυστηρεύεται, άφωνος μένει ο άνθρωπος

                    Η ψυχή μόνον. Αυτή

Σαν μητέρα νεοσσών όπου κίνδυνος κάνει φτερούγα
Και από τις καταιγίδες μέσα λίγα ψίχουλα
Γαλήνης υπομονετικά συνάζει·


..................................................................




Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή

Περνάν τα οχήματα της Πυροσβεστικής, για ποιαν από

        τις πυρκαγιές
Κανείς δεν ξέρει. Σ' ένα δωμάτιο τέσσερα επί πέντε ντουμάνιασε

        ο καπνός. Προεξέχουν μόνον

Η κόλλα το χαρτί και η γραφομηχανή μου. Πλήκτρα
Χτυπά ο Θεός και αμέτρητα είναι τα βάσανα έως το ταβάνι
Κοντά να ξημερώσει

                                  μια στιγμή φανερώνονται οι αχτές με κάθετα
Πάνω τους τα βουνά σκούρα και μωβ. Αλήθεια θα 'ναι φαίνεται ότι
Ζω για τότε που δεν θα υπάρχω



....................................................................





Α τι να πεις που κι έναν μόνον

Αναστεναγμό ν' ανοίξεις θα σε ρίξει χάμου ο άνεμος

Γαβ η αγάπη· γαβ ο Ιούδας με το φυγαδευμένο βλέμμα του

Γαβ του κόσμου όλου οι αποστάσεις και οι μακρύτατοι καιροί
Δεν ακούγεται πια τίποτε. Κείνο που 'θελε ο Θεός
Η ψυχή μου, η προς στιγμήν αιώνια, το 'νιωσε
Και ξανά βρήκε το νόημα της υλακής του ο σκύλος

Να 'τες τώρα που σιγά σιγά

Επιστρέφουν οι στεριές.


..............................................................................




Ώστε λοιπόν, αυτό που λέγαμε «ουρανός» δεν είναι· «αγάπη» δεν

        «αιώνιο» δεν. Δεν
Υπακούουν τα πράγματα στα ονόματά τους. 


................................................................................












Δεν υπάρχουν σχόλια: