Τρίτη, Νοεμβρίου 02, 2010

.
Κωστής Παλαμάς - Γεώργιος Δροσίνης

.
II.



Βιβλιοθήκη Ελλήνων και ξένων συγγραφέων

ΛΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
Ποιητική Ανθολογία

Βιβλίο έκτο


Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ



Εκδόσεις ΓΑΛΑΞΙΑ
Σελίδες 216
ΔΡΧ.20



Γεώργιος Δροσίνης, ο αγαπημένος.

.3. δε θέλω ....

Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο,
μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.

Δε θέλω του γυαλιού το λαμπροφέγγισμα,
που δείχνεται άστρο με του ηλιού τη χάρη.
Θέλω να δίνω φως από τη φλόγα μου,
κι ας είμαι κι ένα ταπεινό χορτάρι.






4. το φτάσιμο

θα βραδιάζη η μέρα όταν θα φτάνωμε
στου χωριού τ’ αποσκιωμένα αλώνια.
Θα φανούν λευκά τα χωριατόσπιτα
πίσω από των πεύκων τ’ ακροκλώνια.

Μακρινά θ’ ακούωνται αρνιών βελάσματα.
Βραδινή καμπάνα θα σημαίνη.
Στη βρυσούλα βόδια θα ποτίζωνται.
Θα καπνίζουν φούρνοι φλογισμένοι.

Θα βαθιανασαίνωμε στο διάβα μας
μυρωδιά από στάχυα θερισμένα.
Θα μας ευχηθούν το «καλώς ήρθατε»
χέρια από τον κάματο αργασμένα.

Από το κατώφλι αναμερίζοντας
του καιρού τ’ αγκάθια και τα χόρτα
του κλειστού παλιόπυργου θ’ ανοίξωμε
τη βαριά, τη σιδερένια πόρτα.

Κι όταν το λυχνάρι μας θ’ ανάψωμε
Ταπεινό – την ώρα που νυχτώνει –
τη χαρά θα νοιώσωμε πως είμαστε
χωρισμένοι απ’ όλα : μόνοι, μόνοι .








5. Πρωτοβρόχια


Με τα πρωτοβρόχια θά ’ ρθουν τα μηνύματα
του χειμώνα : το ποτάμι θα θολώση,
θα τριζοβολούν ξερά τα πλατανόφυλλα,
θα κρυώση η νύχτα και θα μεγαλώση.

Θα δροσοσταλάζουν κόκκινα τα κούμαρα,
κυκλαμιές θ’ ανθούν στο χώμα ταίρια ταίρια,
θα καπνίζουν σφαλιστά τα χωριατόσπιτα
και θ’ αρχίσουν τα σπιτιάτικα νυχτέρια.

Θα σωπάση ο τζίτζικας κι ετοιμοτάξιδα
γι άλλων τόπων άνοιξη, μακριά απ’ τα χιόνια,
βράδυ βράδυ ως τα μεσούρανα θα χύνωνται
μαύροι φτερωτοί σταυροί τα χελιδόνια.

Ώ χαρά μας ! το χειμώνα θα προσμένωμε
δίχως πάγους και χιονιές να φοβηθούμε :
της ζωής μας το στερνό ταξίδι κάναμε
και την άνοιξη άλλων τόπων δεν ποθούμε
.
.
.
.
.
.
.
6. τάχα εσύ ;
.
τάχα εσύ, που δίψασες, μα δεν ποτίστηκες
στα θολά νερά που πίνουν τα κοπάδια,
τάχα εσύ, που πείνασες, κι όμως δε βόσκησες
πατημένο χόρτο σε λιβάδια,
.
τάχα εσύ, που πόθησες σαν πετροπέρδικα
σε ψηλό βουνό να πιής λιωμένο χιόνι,
και σαν άγριο γίδι νά βρης τον αμάραντο,
που σε μιά άκρη του γκρεμού φυτρώνει,
.
τάχα εσύ, που τις χαρές του κάμπου απόστερξες
για ν' ανέβης των καημών το μονοπάτι,
τάχα εσύ θα νιώσης - φτάνοντας στ' ακρόκορφα -
πως δεν είναι η ευτυχία απάτη ;
.
.
.
.
.
.
.
7. Η ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΣΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ
.
.
... Πώς αλλιώς
να σε πω ; ο συνοδοιπόρος,
χαίρε...
.
Κωστής Παλαμάς.
Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε
στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα - όμως,
με του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος :
.
Εσύ το Ωραίο μες τα μεγάλα ζήτησες
κι εγώ στα ταπεινά κι αποριμένα,
και δούλεψες το μπρούντζο και το μάρμαρο
κι άφησες τον πηλό της γης σ' εμένα.
.
Στις αλπικές χιονοκορφές ανέβηκες
και στάθηκα στις λιόφωτες ραχούλες,
αρχόντισσες και ρήγισσες οι Μούσες σου
κι εμένα ψαροπούλες και βοσκούλες.
.
Εσύ στης δάφνης τ' ακρικλώναρα άπλωσες
κι εγώ σε κάθε χόρτο και βοτάνι,
στεφάνι έχεις φορέσει από δαφνόφυλλα -
λίγο θυμάρι του βουνού μου φτάνει.
.
.
.
.
.
.
.

.
.
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: