Κυριακή, Ιουλίου 29, 2007

ange-ta a dit
ένα ποίημα:

"... τρυφερότητα
μικρή θετική έκπληξη
αρνητική ανάδραση
προς αποερήμωση
και οασισμό.

Λέξεις που μου κατεβαίνουν μετά από ενα ανάγνωσμα του Βόνεγκατ"

προς αποερήμωση
και οασισμό !
τι υπέροχο, καλή μου!


και να σας γράψω, ακόμα,
πως χτες, άκουσα σε βραδιά jazz,
την σπουδαία Sheila Jordan.
κι ήμουν καθισμένη στα βρεγμένα απ' τη θάλασσα,
Άγια σου ποδαράκια, αρχαίε Γιώργη μου.

φιλώ σας.

Σάββατο, Ιουλίου 28, 2007



Signature
A.K.


.
.
.
.
Γεωργίου και Μιχαήλ
Η ήρεμη μεγαλοπρέπεια
Πετροχελίδονα ως την άκρια του ουρανού
Κι οι μουσικές, που ως εδώ μ` ακολουθούν λαχανιασμένες
Τζι τζι τζι, τζι τζι τζι, τζι τζι τζι
Στο καβαλέτο σου το ροζ, το ροδακινί, το κίτρινο, της ακακίας το πράσινο,
το γκρι σκοτεινό του 1500
Μικρές ποδηλατάδες στις ψηλοτάβανες βόλτες
Έχουν αντοχή οι πέτρες οι σκαμμένες.

Πέμπτη, Ιουλίου 26, 2007




ένα μοναχικό χέρι


τα δύο μοναχικά χέρια
της Τζοκόντα

βαστάω καλά
κρατάω γερά



μαύρο - άσπρο






Michel Ange


Βαν Γκογκ
σπουδή για χέρια
.
Moyen Age
.
Etude de mains, d'après Nicolas de Largillière,
l'original est conservé au musée du Louvre, Paris.

σχεδίασμα


Έσερ 1948

Λιθογραφία

le Corbusier
.

Για την Υβόννη


Les Mains d'Elsa
.
Louis Aragon
Donne-moi tes mains pour l'inquiétude
Donne-moi tes mains dont j'ai tant rêvé
Dont j'ai tant rêvé dans ma solitude
Donne-moi te mains que je sois sauvé

τα χέρια της σιωπής

Dürer 1508
.

χέρια που προσεύχονται

της ελπίδας τα χέρια

.
να έχετε
νύχτα καλή
Υ.Γ.
MARX,
μέσω ange-ta a dit :
.
Unsere Haende schaffen alle Werte.
Τα χέρια μας δημιουργούν όλες τις αξίες.
.
:)

Παγκόσμια Ποίηση
.
Άδωνης
.
le vent souffle au desert
.
"Οι αναλογίες και οι αρχές"
.
.
.
Η αρχή του λόγου
.
το παιδί που ήμουν κάποτε, ήρθε σ' εμένα
μιά φορά,
με πρόσωπο αλλόκοτο.
.
Δε μίλησε διόλου. Περπατήσαμε
ατενίζοντας ο ένας προς τον άλλο με σιωπή. Τα βήματά μας
ποτάμι που κυλάει παράξενα.
.
Οι ρίζες μάς ένωσαν, στο όνομα των φύλλων που στροβιλίζει
το αγέρι,
Έπειτα χωρίσαμε,
δάσος που το γράφει η γη και το αφηγούνται οι εποχές.
.
Ω παιδί που ήμουν κάποτε, βγες μπροστά
Τι είναι αυτό που μας ενώνει, τώρα, και τι θα λέμε;
.
.
.
.
.
Αρχικά, τι
.
Πώς να σου δώσω σχήμα
εσένα, φίλε, που όλο αντιστέκεσαι; σε ονόμασα
"κάτι" - είπα: σε κατέκτησα. Αλλά εσύ τώρα πάλι
ξεγλιστράς.
Και τ' όνομά σου ξεγλιστρά / πώς να σε ονομάσω;
Αυτός είναι ο τόπος σου; Άλλαξες συ το φως σου
ή μήπως εγώ
δεν είμαι πιά ο ίδιος; Μήπως εγώ έγινα εσύ; Όμως
το φως σου δε σταματά
ποτέ να λάμπει - λίγο ακόμη και η πυρκαγιά
θα μπει στις φλέβες μου να σαρώσει τις λέξεις μου - σιγά!
Πού, πότε, πώς να σε ονομάσω, να σου δώσω σχήμα,
εσένα, φίλε;
.
.
.
Εκδόσεις
Ελληνικά
γράμματα
.
Εισαγωγή-Μετάφραση
Σχόλια-Λεξιλόγιο
Ελένη
Κονδύλη
Μπασούκου

Τετάρτη, Ιουλίου 25, 2007

αρλέτα a dit:
.
Πέρσι τα ‘γραψα
και τώρα
μου τα θύμισες :
.
στην photo
με οδήγησε εκείνο το
"άγγελέ μου..."
Στον ύπνο σου χαμογελάς
.
Στον ύπνο σου χαμογελάς
τι να σου λέει, τι κοιτάς;
Ανασαίνεις, περιμένεις ποιος σε φίλησε ρωτάς
Σε ποια κόγχη του μυαλού σου ξενυχτάς και τριγυρνάς;
Κλέβεις, δίνεις το δικό σου ποιος σε μίσησε ρωτάς
.
Είσαι η τελευταία νύχτα ύστατό μου πρωινό
Δε θα φύγεις, δε θα μείνεις θα ‘σαι απλά για πάντα ΕΔΩ
.
Τι σε φέρνει, άγγελέ μου, στης καρδιάς μου τ’ ανοικτά
και ποια μοίρα θύμισε μου, μας ξανάφερε κοντά
ένα φως μες το μυαλό σου λάμπει τώρα και ξυπνάς
να μου δώσεις το δικό σου το φιλί που πεθυμάς
.
αρλέτα
.
καλή σας νύχτα
ή μάλλον
καλημέρα σας
.
Ελευθερία
(που δεν την λένε Ελευθερία) !
:)

Τρίτη, Ιουλίου 24, 2007

"ο ύπνος σε τύλιξε
σαν ένα δέντρο
με πράσινα φύλλα..."

Γ. Σεφέρης

Μ’ αρέσει όταν κοιμάσαι. Μ’ αρέσει να ξυπνάω νωρίς, να ρίχνω μια ματιά στον τρυφερό μου Υμηττό πλάϊ, να βλέπω λαμπρό τ’ αστέρι ν΄ανατέλει, και να ξέρω, πως κάπου εκεί, στη μεγάλη πόλη , εσύ κοιμάσαι ακόμα.
Μ’ αρέσει όταν κοιμάσαι. Μ’ αρέσει τώρα το καλοκαίρι, να πίνω καφέ στη βεράντα με το χάραμα, με τη μάνικα να δροσίζω τους κρίνους της Julie, την ορτανσία, το νυχτολούλουδο, τη γαρδένια, την καμέλια, τη ροδιά, την ελιά, τη ματζουράνα, τα σκληρά μου γεράνια, να πλατσουρίζω ξυπόλυτη στα νερά, και να χω στο νου μου μην ξυπνήσεις, είναι νωρίς για σένα, εσύ κοιμήσου.
Μ’ αρέσει όταν κοιμάσαι. Να ξεκουράζεσαι θέλω. Ν’ αντέχεις. Ν’ αντέχεις τις μέρες και τις νύχτες τις άγρυπνες.
Το χειμώνα, μ’ αρέσει πρωί πρωί να φεύγω στη δουλειά, κι εσύ στο κρεβάτι ακόμα. Να ξεκουράζεσαι θέλω.
Μ’ αρέσει όταν κάνεις σιέστα, παραδομένο παιδί στη ζέστη, τα γόνατα μαζεμένα, κουλουριασμένο με ασφάλεια, στη γνωστή σιγουριά .
Μ’ αρέσει να μαι εδώ κι εσύ να κοιμάσαι, να σκέφτομαι κι εσύ να κοιμάσαι, να γράφω, να ψάχνω, ν΄αγωνιώ, κι εσύ να κοιμάσαι .
Μ’ αρέσει όταν κοιμάσαι. Να ξεκουράζεσαι θέλω. Ν’ αντέχεις.
Κι όταν μου πεις,
τις νύχτες όρθια ν’ αγρυπνώ, σιμά σου.

Δευτέρα, Ιουλίου 23, 2007




.
.
.
.
Οικτίρω τον εαυτό μου όταν αφίνομαι...

όταν χαλαρώνω, ξενοιάζω, γελάω, περνάω μιά στιγμή καλά,

και την αμέσως επόμενη πληροφορούμαι μιά καταστροφή.

οικτίρω τον ξέγνοιαστό κι αεράτο εαυτό μου...

λυπάμαι, που σήμερα για δυό ώρες χάρηκα...


λυπάμαι φριχτά γι αυτό που συνέβη.

ας μας ενημερώσει κάποιος, όποιος ξέρει, για το τι έγινε.

στο σκοτάδι είμαστε.
δεν υπάρχουν λόγια...


Chez Abttha


όμορφα περάσαμε !

ο σκύλος βόλτες, μέσα έξω.

η γάτα σάλτα, πάνω κάτω.

τα παιδιά να παίζουν play station.

εμείς καφέ στην αυλή και κουβέντα, μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου...

τι κουβέντα;

μμμμμμμ

για τα προσφιλή μας θέματα
και για τη ζωή...


μας κουτσούλησε κι ένα περιστέρι!

"ευτυχία" ! είπε η Abttha



μετά , θέλαμε να κάνουμε κοινή ανακοίνωση , εξ ου και προέκυψε το παρακάτω σχόλιο...

επιμένω ! ακαλαίσθητο το "ρε", μα ό, τι έγραψες, δεν σβύνει...



και μετά, μου χάρισε ένα υπέροχο βιβλίο,

που, όταν μπορέσω θα σας μεταφέρω λίγα ποιήματα.

αυτά τα ωραία.
- έλα, ελευθερία εσύ;
- έλα, εσύ;
- εγώ!
- ποια εσύ ρε;
- εγώ, και παράτα μας, που θα μου πεις να σβήσω το ρε;!
δε σου κάνει;
ξέρεις ελευθερία μου πανάρχαια τι μ'αφήνεις να κάνω τώρα;
να γράψω ό,τι θέλω;
σε κοιτάζω που δεν τολμάς να με κοιτάξεις.
ξέρεις γιατί δεν τολμάς ;

όχι γιατί φοβάσαι, ή είσαι δειλή στα συναισθήματα.
γιατί κρυφά κάτω από το βλέμα σου ζει ένας κόσμος που βάφει το βλέμμα αλήθειες.
κι αν σε λέω ελευθερία, είναι γιατί αυτή, η ελευθερία, είναι το κυριότερο ρούχο με το οποίο ντύνεις τους ανθρώπους που βλέπεις.
καλημέρα ελευθερία,
είσαι σπίτι μου,
μ'άφησες να μπω στο βίρτουαλ το δικό σου.
---
- δεν έχεις υπογράψει βασικά.
- να υπογράψω;
- δε θέλεις;
- δεν μπορώ να μη θέλω.
άμπτθα, ένα πουκάμισο αδειανό, μ'ένα επίθετο. ε.κ.

=======
η παραπάνω
παγά λαλέουσα
είναι η φίλη μου
abttha.
γράφουμε από το σπίτι της
απ΄τον υπολογιστή της.
το πρωινό μας είναι υπέροχο.
quartier libre

Κυριακή, Ιουλίου 22, 2007

Δευτέρα, Ιούλιος 23, 2007
με το σχόλασμα της συναυλίας των τζιτζικιών
ώρα 06.30 - έχει ακόμα μιά στάλα δροσιά.
.
ζωγραφική

ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ

.





Guillaume Apollinaire > Poèmes à L


XLIV - La nuit


La nuit

S'achève

Et Gui

Poursuit

Son rêve

Où tout Est Lou

On est en guerre

Mais Gui

N'y pense guère

La nuit

S'étoile et la paille se dore

Il songe à Celle qu'il adore



Nuit du 27 avril 1915




Οδυσσέας Ελύτης


Έχει και η ψυχή τον δικό της κονιορτό που εάν σηκωθεί μέσα μας αέρας, αλίμονο. Oι ορμές χτυπάνε στα παράθυρα, τα τζάμια θρυμματίζονται.
Λίγοι ξέρουν ότι ο υπερθετικός στα αισθήματα σχηματίζεται με το φως, όχι με τη δύναμη. Kι ότι χρειάζεται χάδι εκεί που βάζουν μαχαίρι. Ότι ένας κοιτώνας με τη μυστική συνεννόηση των σωμάτων μάς παρακολουθεί παντού και μας παραπέμπει στην αγιότητα χωρίς συγκατάβαση. A ! όταν η στιγμή φτάσει να καθίσουμε κι εμείς πάνω στο πεζούλι κάποιας Aγίας Πρέκλας εν μέσω αγριοσυκών, μορεών με ερυθρούς καρπούς, εις έρημον τόπον, απόκρημνον ακτήν, τότε η μικρή Kουμπώ μ' ένα κερί στο χέρι θα σηκωθεί στις μύτες των ποδιών να φτάσει εκεί ψηλά, μέσα στον αναστεναγμό μας, όλα τα εύφλεκτα:
πάθη, πείσματα, φωνές οργής, μυριάδες έντομα χρωματιστούλια που να λαμπαδιάσει ο τόπος !



Federico Garcia Lorca - extrait de Poésie I


Et la chanson de l'eau

Reste chose éternelle...

Toute chanson

est une eau dormante

de l'amour.

Tout astre brillant

une eau dormante

du temps.

Un noeud

du temps.

Et tout soupir

une eau dormante

du cri.




Constantine P. Cavafy (1913)


"I went"


I went

I did not restrain myself. I let go entirely and went.

To the pleasures that were half real

and half wheeling in my brain,

I went into the lit night.

And I drank of potent wines, such as

the valiant of voluptuousness drink.


Επήγα


Δεν εδεσμεύθηκα. Τελείως αφέθηκα κ' επήγα.

Στες απολαύσεις, που μισό πραγματικές,

μισό γυρνάμενες μες στο μυαλό μου ήσαν,

επήγα μες στην φωτισμένη νύχτα.

Κ' ήπια από δυνατά κρασιά, καθώς

που πίνουν οι ανδρείοι της ηδονής.



Κωνσταντίνος Π. Καβάφης





Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


Ετσι πολύ ατένισα


Την εμορφιά έτσι πολύ ατένισα,

που πλήρης είναι αυτής η όρασίς μου.


Γραμμές του σώματος. Κόκκινα χείλη. Μέλη ηδονικά.

Μαλλιά σαν από αγάλματα ελληνικά παρμένα·

πάντα έμορφα, κι αχτένιστα σαν είναι,

και πέφτουν, λίγο, επάνω στ' άσπρα μέτωπα.

Πρόσωπα της αγάπης, όπως τάθελεν

η ποίησίς μου... μες στες νύχτες της νεότητός μου,

μέσα στες νύχτες μου, κρυφά, συναντημένα...


"So much I gazed"


So much I gazed


So much I gazed on beauty,

that my vision is replete with it.


Contours of the body. Red lips. Voluptuous limbs.

Hair as if taken from greek statues;

always beautiful, even when uncombed,

and it falls, slightly, over white foreheads.

Faces of love, as my poetry

wanted them.... in the nights of my youth,

in my nights, secretly, met....



Constantine P. Cavafy (1917)





Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


Μέρες του 1903


Δεν τα ηύρα πιά ξανά - τα τόσο γρήγορα χαμένα...

τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό

το πρόσωπο... στο νύχτωμα του δρόμου...


Δεν τα ηύρα πιά - τ' αποκτηθέντα κατά τύχην όλως,

που έτσι εύκολα παραίτησα

και που κατόπιν με αγωνίαν ήθελα.

Τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό το πρόσωπο,

τα χείλη εκείνα δεν τα ηύρα πιά.


"Days of 1903 "


Days of 1903


I never found them again -- the things so quickly lost....

the poetic eyes, the pale

face.... in the dusk of the street....


I never found them again -- the things acquired quite by chance,

that I gave up so lightly;

and that later in agony I wanted.

The poetic eyes, the pale face,

those lips, I never found again.



Constantine P. Cavafy (1917)



Federico Garcia Lorca - extrait de Romancero gitan

Onde, où t'en vas-tu ?


Je m'écoule en riant

jusqu'au bord de la mer


Mer, où t'en vas-tu ?

Remontant le cours d'eau je cherche

la fontaine où me reposer.


Que fais-tu, toi, peuplier ?


Je ne veux rien te dire,

Je ne puis que trembler !


Où lancer mes désirs

par le fleuve et la mer ?


(Quatre oiseaux se sont posés

sans but sur le haut peuplier)".




Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


Κεριά


Του μέλλοντος οι μέρες στέκοντ' εμπροστά μας

σα μιά σειρά κεράκια αναμένα

-χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.


Οι περασμένες μέρες πίσω μένουν,

μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων·

τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,

κρύα κεριά, λιωμένα, και κυρτά.


Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,

και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.

Εμπρός κυττάζω τ' αναμένα μου κεριά.


Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω

τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,

τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.



Κωνσταντίνος Π. Καβάφης


"Candles"


Candles


The days of our future stand in front of us

like a row of little lit candles

golden, warm, and lively little candles.


The days past remain behind us,

a mournful line of extinguished candles;

the ones nearest are still smoking,

cold candles, melted, and bent.


I do not want to look at them; their form saddens me,

and it saddens me to recall their first light.

I look ahead at my lit candles.


I do not want to turn back, lest I see and shudder

at how fast the dark line lengthens,

at how fast the extinguished candles multiply.



Constantine P. Cavafy (1899)


καλή μέρα

κι εβδομάδα !

ο μικρό κοσμος



Είδα ένα παιδί μυρμήγκι, να σούρνει στο χώμα έναν καρπουζόσπορο. Αγώνα έκανε με τα λιανά του πόδια τρεχαλώντας. Πάσχιζε... Έκοψα ένα φύλλο από δυόσμο πλατύφυλλο, έβαλα πάνω μυρμήγκι και καρπό και τα κουβάλησα στη φωλιά.

Καμιά φορά, τα πρωϊνά, πολύ νωρίς, μου μιλάν τα κοτσύφια. Άλλοτε, κι οι δεκαοχτούρες. Συχνά, σηκώνομαι αχάραγα , να προλάβω τις κουβέντες τους. Στέκομαι ακίνητη στο μπαλκόνι, κοντά στα πεύκα. Σιγά σιγά, προσεχτικά, εκείνα ζυγώνουν και μου μιλάνε. «Καταλαβαινόμαστε τώρα…»
Συνομιλητές ο άνθρωπος, τα κοτσύφια κι οι δεκαοχτούρες.

Κι ένας τζίτζικας, που ζεστάθηκε , κι έπειτα κι άλλος, κι άλλος, κι άλλοι πολλοί. Η ωραία συναυλία των τζιτζικιών. Και τις νύχτες, η άλλη συναυλία, τριζόνια μοναχικά, μικρά γρυλλάκια, αδίστακτοι ταραξίες του ύπνου. Και οι πυγολαμπίδες, μέσα στις φυλλωσιές , αστέρια στο χώμα του καλοκαιριού.

Ένας μικρόκοσμος. Tα σαλιγκάρια, χρειάζoνται μια προσοχή, μην τα πατήσεις. Tα μικρά περίεργα μολλυντήρια στο ταβάνι.
Αυτοί είναι εμένα οι δικοί μου.

Γι αυτό και δεν το συγχωρώ, πώς μπόρεσες και περιφρόνησες τον ψίθυρο ενός ανθρώπου.
Ίσως σου φάνηκε ο άνθρωπος, απ’ τον μικρόκοσμο, πιο μικρός.

Παρασκευή, Ιουλίου 20, 2007

θα μου επιτρέψετε μιά σεμνή, απλή αναφορά,
στον μεγάλο μας Μάνο Ελευθερίου
.
.
... "Κι όπως τις ροζ τις εποχές των χρυσανθέμων"...

.

Μάνος Ελευθερίου

.
«En passant»


Η δόξα των ανέμων


Οχτώ Νοέμβρη. Εποχή των χρυσανθέμων - γυαλί σπασμένο το κορμί σου καταγής. Ντυμένη θαύματα στη δόξα των ανέμων τον αιματόφυρτο καιρό αιμορραγείς.


Οχτώ Νοέμβρη πια ποτέ δε θα ξανάρθει σαν θεατρίνα που έχει σβήσει αλκοολική κι ένα παιδί που μεγαλώνει μες τη στάχτη θα διδαχτεί απ' τους θεούς τη μαντική.


Μες τα νεκρά τα καφενεία πέφτει χιόνι κι έξω περνάει μια κηδεία της συμφοράς. Των αισθημάτων λάμπει πάντοτε το αφιόνι σ' ένα κουτί μέσα κλεισμένο ζαφοράς.


Πρέπει να μάθεις να διαβάζεις το σκοτάδι σαν ένα σώμα, στην αρχή συλλαβιστά. Να κατακτήσεις και το μπλέ που είναι στον Άδη. Να ιδρώνουν θάνατο οι χορδές και τα πνευστά.


Σ' ένα δωμάτιο τρεις γιατροί συλλογισμένοι πίνουν θανάτους μιας ζωής πριν μ' αρνηθεί. Και συνεχώς με ψηλαφίζουν σαστισμένοι γιατί τι μέλλον μου λυσσάει για να σωθεί.


Παλιά φεγγάρια της αγάπης τα μπακίρια. Πλεχτές κουβέρτες με τοπάζι και χρυσό. Μυρίζουν κίτρινο και δάφνη τα σανίδια και πίνω αρώματα και οινόπνευμα να ζω.


Μες στις βελόνες του ένας ράφτης καρφωμένος - διαμάντια το αίμα του, καρφίτσες και κλωστές. Ένα παλτό μεταποιεί σαν μαγεμένος να το φορέσουν των ανέμων εραστές.


Οχτώ Νοέμβρη και το σπίτι ταξιδεύει σ' ενός σουλτάνου τις αυλές ψηφιδωτό. Του σώματός μας τα κρυφά και τα ερέβη μόνο της τέχνης μας φυλούν την κιβωτό.


Ποιμένες άγγελοι στα μοβ των αθανάτων πενθούν και ψάλλουν τη μεσίστια ζωή. Κι εγώ στο έλεος πενθώ των αοράτων και των προβάτων που πηγαίνουν για σφαγή.


Απόψε τίποτα δεν έχεις να δηλώσεις. Η νομιμότητά σου εξωπραγματική. Αρκεί σαν γράμμα τη ζωή σου να διπλώσεις κι ύστερα παίζεις κοπτική και ραπτική.


Οχτώ Νοέμβρη. Εορτή των Αρχαγγέλων. Των Μιχαήλ και Γαβριήλ Ταξιαρχών. Δεν έχει νόημα πως κάψαμε το μέλλον. Το κέρδος μένει και σωμάτων και ψυχών.


Κι όπως τις ροζ τις εποχές των χρυσανθέμων πλανόδιοι θίασοι πουλούσαν μαγικά έτσι κι εσύ μέσα στη δόξα των ανέμων τα αινίγματά σου αθροίζεις με μηδενικά.

.

Bouquet de Chrysanthemes

PAINTING BY CLAUDE MONET

.
"Il me faut surtout avoir des fleurs, toujours, toujours."
Claude Monet

.

Οι μεγάλες οι αγάπες ειν ανίκητες
.


Πρώτη εκτέλεση: Αναστασία Μουτσάτσου

Οι μεγάλες οι αγάπες ειν΄ αμίλητες

γι΄ αυτό πάντα και παντού είναι ανίκητες

Δεν χρειάζονται συστάσεις και ταυτότητα

γιατί έχουν διαρκώς μιά βεβαιότητα.

Οι μεγάλες οι αγάπες ειν΄ αμίλητες

και στο μίσος των ανθρώπων ασυγκίνητες.

Και γι΄ αυτό μας βλέπουν όλοι σαν δυό θύματα

που δεν θέλουμε ποτέ χειροκροτήματα.

Οι μεγάλες οι αγάπες που πληγώθηκαν

μ΄ ευτυχία κάποιαν ώρα στεφανώθηκαν

και παράδειγμα εμείς που τόσα δώσαμε

και ποτέ ούτε στιγμή δεν μετανιώσαμε.


"Chrysanthèmes"

Claude MONET 1897

"Gardening was something I learned in my youth when I was unhappy.

I perhaps owe having become a painter to flowers."
Claude Monet

.
Γιατί είσαι άνθρωπος απλός
.


Πρώτη εκτέλεση: Χαρούλα Αλεξίου

Γιατί δεν είσαι ψεύτικος και είσαι αληθινός

γι' αυτό σε αγαπάω.

Γιατί είσαι άνθρωπος απλός

δίπλα σου περπατάω.

Γιατί δεν είσαι όνειρο

γιατί δεν είσαι ποταμός

γι' αυτό σε αγαπάω.

Γιατί είσαι άνθρωπος απλός

δίπλα σου περπατάω.

Γιατί δεν είσαι θάλασσα, δεν είσαι ουρανός

γι' αυτό σε αγαπάω.

Γιατί είσαι άνθρωπος απλός

δίπλα σου περπατάω.

Renoir

.
Δίψασα στην πόρτα σου
.
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου


Πρώτη εκτέλεση: Άννα Βίσση

.
Δίψασα στην πόρτα σου γι' αγάπη

κι έγειρα γλυκά να κοιμηθώ

Μαύρο δαχτυλίδι το φεγγάρι τάμα σε ξωκκλήσι μακρινό.

Μαύρο δαχτυλίδι το φεγγάρι τάμα σε ξωκκλήσι μακρινό.

Έδεσα με κόμπο την φωνή σου

δροσερό κλωνάρι της αυλής

δένδρο μυστικό του παραδείσου

μπαλκονάκι της μικρής ζωής

δένδρο μυστικό του παραδείσου

μπαλκονάκι της μικρής ζωής
.

.
Madame Valpinçon avec les chrysanthèmes,

est une des nombreuses oeuvres de l'artiste peintre

Edgar Degas


Δε φταις εσύ που ταξιδεύω
.
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Πέτρος Γαϊτάνος

.
Όλοι γεννιούνται μ’ ένα αστέρι

μα εγώ γεννήθηκα μονάχος,

ώσπου, μου τ’ άπλωσες το χέρι

κι είδα που βρίσκεται το λάθος.

Δε φταις εσύ που ταξιδεύω

τόσα ταξίδι στο μυαλό μου.

Δεν φταις εσύ που σε γυρεύω

μέχρι την άκρια της γης.

Δεν φταις εσύ που σ’ αγαπάω,

που σ’ ονειρεύομαι κοντά μου,

δεν φταις εσύ για τα όνειρά μου,

και τα παιχνίδια της ζωής.

Κοιτάζω μέσα στον καθρέφτη

κι αντί δω το είδωλό μου

εσένα βλέπω σαν το κλέφτη

που ήρθες να κλέψεις τα’ όνειρό μου.

.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στη Δεξαμενή το 1906

(φωτογραφία του Παύλου Νιρβάνα)

"Αγρυπνία

.
για το σκοτεινό τρυγόνι

στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου" .

.
(Αμοργός, 1975)

Τετάρτη, Ιουλίου 18, 2007

από τους φίλους σου,
.
ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ !

Να ζήσεις Ελένη και χρόνια πολλά,
μεγάλη να γίνεις με άσπρα μαλλιά.
Παντού να σκορπίζεις της γνώσης το φως
και όλοι *να λένε «να μία σοφός».
*
(που το λένε, δηλαδή...)

Joyeux anniversaire
Joyeux anniversaire
Joyeux anniversaire Helene
Joyeux anniversaire !

αυτό το γλυκό,
εγώ θα στο στόλιζα αλλιώς...
.
μμμ,
όχι καραμελλάκια...
.
φρέσκιες νεραγκούλες!
.
.
tanti aguri a té
tanti aguri a té
tanti aguri Elena
tanti aguri a té !
.
Cumpleaños feliz
Cumpleaños feliz
Te deseamos todos
Cumpleaños feliz


ΚΑΙ !

champagne and strawberries !

.
(το δεύτερο ποτήρι,
όπου εσύ επιθυμείς !)
Negma a dit:

Sous le ciel de Paris
Yves Montand / 1951 - Edith Piaf / 1954

Paroles: Jean Dréjac.

Musique: Hubert Giraud
.

Sous le ciel de Paris

S'envole une chanson

Hum Hum

Elle est née d'aujourd'hui

Dans le cœur d'un garçon

Sous le ciel de Paris

Marchent des amoureux

Hum Hum

Leur bonheur se construit

Sur un air fait pour eux

Sous le pont de Bercy

Un philosophe assis

Deux musiciens quelques badauds

Puis les gens par milliers

Sous le ciel de Paris

Jusqu'au soir vont chanter

Hum Hum

L'hymne d'un peuple épris

De sa vieille cité

Près de Notre Dame

Parfois couve un drame

Oui mais à Paname

Tout peut s'arranger

Quelques rayons

Du ciel d'été

L'accordéon

D'un marinier

L'espoir fleurit

Au ciel de Paris

Sous le ciel de Paris

Coule un fleuve joyeux

Hum Hum

Il endort dans la nuit

Les clochards et les gueux

Sous le ciel de Paris

Les oiseaux du Bon Dieu

Hum Hum

Viennent du monde entier

Pour bavarder entre eux

Et le ciel de Paris

A son secret pour lui

Depuis vingt siècles il est épris

De notre Ile Saint Louis

Quand elle lui sourit

Il met son habit bleu

Hum Hum

Quand il pleut sur Paris

C'est qu'il est malheureux

Quand il est trop jaloux

De ses millions d'amants



Hum Hum

Il fait gronder sur nous

Son tonnerr' éclatant

Mais le ciel de Paris

N'est pas longtemps cruel

Hum Hum

Pour se fair' pardonner

Il offre un arc en ciel
.


κάτω απ' τον ουρανό του Παρισιού,

πώς να μην καμαρώσουμε
τις εκατοντάδες χιλιάδες

πήλινες

μικρές

γκρίζες

ή χρωματιστές

καπνοδόχους,

κοσμήματα πάνω στις στέγες ...







02.40
ακούω έξω τα τζιτζίκια...

Τρίτη, Ιουλίου 17, 2007

για να ιδούμε, τι έχουμε σήμερα...

περιμένετε να βρούμε το sms,
από την ανταποκρίτριά μας, στο Παρίσι !

αρλέτα a dit:

"PARIS EST UN AMOUR !"

La ballade de Paris
Paroles: Francis Lemarque. Musique: Bob Castella 1953

Yves Montand

Tant de poètes ont écrit
Des couplets des refrains
Sur Paris
Que je n'sais plus quoi chanter
Pour vanter ta beauté
Mon Paris
Est-ce ceci ou cela
Autre chose ou bien quoi
Je n'sais pas
Pourquoi j'suis tellement ému
En passant dans une rue
De Paris
J'ai trouvé sur les quais en flânant
Un vieux livre jauni par le temps
J'y ai lu les souffrances et les joies
Que tu as connues tout' à la fois
Depuis le temps que tu vis
Tout's tes rues ont écrit
Leurs romans
Romans d'amours qui se nouent
Se dénouent et qui meurent
Doucement
On s'est battu sous tes murs
Chacun de tes pavés
A servi
A défendre la liberté
Qui s'était réfugiée
Dans Paris
C'est la peine de tous les hommes
Qui t'as fait comme tu es
Mon Paris
Ils ont bâti la Concorde
Notre-Dame, les Tuileries
Tout Paris
Ils ont pris la Bastille en chantant
Construit la Tour Eiffel en flânant
Les années ont passé doucement
Mais Paris a gardé ses vingt ans
La Seine a creusé son lit
Entre les quais tout gris
De ParisIl faut croire qu'elle s'y trouve bien
Puisqu'elle est encore là
Aujourd'hui
Coda : Est-ce ceci ou cela autre chose ou bien quoi
Je n'sais plus
Pourquoi j'suis tellement ému
En passant dans une rue
De Paris

Rue Lepic
Paroles: Pierre Jacob. Musique: Michel Emer 1951

Yves Montand

Rue Lepic
Dans l'marché qui s'éveill'
Dès le premier soleil,
Sur les fruits et les fleurs
Vienn'nt danser les couleurs
Rue Lepic
Voitur's de quatr' saisons
Offrent tout à foison
Tomat's roug's, raisins verts,
Melons d'or z'et prim'vèr's
Au public,
Et les cris des marchands
S'entremêl'nt en un chant
Et le murmur' des commer's
Fait comme le bruit d'la mer
Rue Lepic,
Et ça grouille et ça vit
Dans cett' vieill' rue d'Paris
Rue Lepic,
Il y a des cabots
Et des goss's à Poulbot,
Aux frimousses vermeil's
Qui s'prélassent au soleil
Mais surtout,
Il y a un' bell' fill'
Aussi bell' que l'été
Ell' marche en espadrill's,
Et rit en liberté
Rue Lepic,
Et la rue est tout' fièr'
De son beau regard clair
Et de sa bell' santé,
Et qui l'a enfantée
Et toujours
La fill' avec amour
À sa rue dit bonjour
Et la rue extasiée
La regarde passer
Et la rue
Monte, monte toujours
Vers Montmarter, là-haut,
Vers ses moulins si beaux
Ses moulins tout là-haut
Rue Lepic.


RUE LEPIC PARIS 18



RUE MAURICE UTRILLO


Yves Montand

Je t'aime

Paroles: Paul Eluard. Musique: Philippe Gérard 1969

Je t'aime pour toutes les femmes
Que je n'ai pas connues
Je t'aime pour tout le temps
Où je n'ai pas vécu
Pour l'odeur du grand large
Et l'odeur du pain chaud
Pour la neige qui fond
Pour les premières fleurs
Pour les animaux purs
Que l'homme n'effraie pas
Je t'aime pour aimer
Je t'aime pour toutes les femmes
Que je n'aime pas
Qui me reflète sinon toi-même
Je me vois si peu
Sans toi je ne vois rien
Qu'une étendue déserte
Entre autrefois et aujourd'hui
Il y a eu toutes ces morts
Que j'ai franchies
Sur de la paille
Je n'ai pas pu percer
Le mur de mon miroir
Il m'a fallu apprendre
Mot par mot la vie
Comme on oublie
Je t'aime pour ta sagesse
Qui n'est pas la mienne
Pour la santé je t'aime
Contre tout ce qui n'est qu'illusion
Pour ce cœur immortel
Que je ne détiens pas
Que tu crois être le doute
Et tu n'es que raison
Tu es le grand soleil
Qui me monte à la tête
Quand je suis sûr de moi
Quand je suis sûr de moi
Tu es le grand soleil
Qui me monte à la tête
Quand je suis sûr de moi
Quand je suis sûr de moi
.
.
.
Courbet: Les Demoiselles des bords de la Seine
.

Courbet
The Young Ladies on the Banks of the Seine (Summer)
1856-57
Oil on canvas
.
να μου είστε καλά...